Sunday 31 October 2010

nights in, people out


Στο κομοδίνο μου έχω πολλά πράγματα. 'Ενα στρουμφάκι, διάφορα βιβλία, τα γυαλιά μου, το ρολόι μου, μια κρέμα και κάτι αρώματα. Πλήρης σύγχυση μεταξύ του ματαιόδοξου και του σοβαρού εαυτού μου.

Έπιασα το άρωμα σήμερα και το μύρισα. Υπάρχει επιστημονική εξήγηση για το πώς τα μόρια του αρώματος εισέρχονται στη μύτη και οι αισθητήρες της στέλνουν μήνυμα στο εγκέφαλο και εκεί αυτός ξεθάβει κάτι στιγμές που είχες ξεχάσει τελείως.

Απόψε θυμήθηκα, ανησυχητικά ζωντανά, ένα καλοκαίρι, του 2007 συγκεκριμένα, στη Σέριφο. Ένα βράδυ, μετά τη μία νομίζω, να κάνω μπάνιο στη θάλασσα. Είχε κρύο, η Ρ. μού φώναζε να βγω μήπως και κοιμηθούμε επιτέλους (είχαμε περάσει μια δύσκολη μέρα, εν μέρει επειδή μάς πήρε αρκετές ώρες να στήσουμε μια σκηνή). Εγώ επέπλεα ακούγοντας μια παρέα πιο πέρα να φωνάζει, σκεπτόμενος ταυτόχρονα μια από τις ιστορίες ενός βιβλίου που μού είχαν κάνει δώρο για τα γενέθλιά μου, ένα μήνα πριν, τις Νυχτερίδες.

Μερικές μέρες μετά θα έπαιρνα ένα τηλεφώνημα ενώ ήμουν στη παραλία με τη πιο άβολη ερώτηση που μού έχουν κάνει ποτέ. Είπα ένα 'ναι' γιατί ήταν αλήθεια.

**********

Στην είσοδο του κτηρίου που είναι το γραφείο μου περιμένω να ρωτήσω κάτι τη κοπέλα στην υποδοχή και συνειδητοποιώ ότι είναι η ίδια που κάποιους μήνες πριν μού είχε πιάσει κουβέντα όταν έκανα διάλειμμα και με είδε να διαβάζω τη Mrs Dalloway- την οποία κανείς από τους Άγγλους που ξέρω δεν έχει διαβάσει. Εκείνη την ώρα ο Η. μπαίνει από τη πόρτα, δεν έχω καν χρόνο να σκεφτώ το πόσο παράξενο είναι να βρίσκεται εκεί, εκείνη την ώρα, αν και όποια ώρα και να ήταν παράξενο θα ήταν. Αλλά τότε έτυχε να είμαι κι εγώ εκεί. Μιλάμε λίγα λεπτά, τι να πεις πια, σαν να μην έχει συμβεί τίποτα, πώς το κατάφερα αυτό, φεύγει, πόσες φορές να ακούσει ένα 'όχι', κοντοστέκομαι και κοιτάζω καθώς φεύγει.

Ακόμη και σήμερα δεν είμαι σίγουρος τι σκεφτόμουν. Μόνο για το πόσο θλιμένος ήταν είμαι σίγουρος. Και το πόσο ψυχρός ήμουν εγώ. Οι άλλες σκέψεις είναι συγκεχυμένες.

Στο Velvet Goldmine η Toni Collete είχε πει ότι οι άνθρωποι είναι πιο όμορφοι όταν φεύγουν.


**********

Στο Βερολίνο τα πρωινά κάθομαι σε ωραία καφέ, κοιτάω έξω από τα μεγάλα παράθυρα και σκέφτομαι ότι θα ήθελα να μείνω κι εκεί κάποτε. Για την ώρα θέλω να ξαναπάμε.


**********

Σε ένα εστιατόρια στη Μικρή Βενετία ακούω μια φίλη, αφού έχει πιει αρκετά να μού λέει πράγματα που δεν μού είχε πει ποτέ. Τα μισά με θυμώνουν γιατί δείχνουν μια άγνοια της πραγματικής ζωής που είναι προσβλητική, τα υπόλοιπα με θλίβουν γιατί.. δεν είμαι σίγουρος γιατί. ίσως επειδή με ενόχλησαν. ίσως επειδή αναρωτιέμαι τελικά τι κοινό έχουμε. ίσως επειδή αδυνατώ να αντέξω τόσο κακομαθημένους ανθρώπους.

Κάθομαι και κοιτάω τη φλόγα που καίει το ποτό που πίνω μέχρι που έρχεται ο σερβιτόρος να το σβήσει γιατί αλλιώς θα έσπαγε το ποτήρι. Τον κοιτάω με το βλέμμα του ανθρώπου που μόλις ανακάλυψε ότι η φλόγα σβήνει αν τη φυσήξεις λίγο.
τραγούδι της μέρας- alphawezen- days

Saturday 23 October 2010

Stories from my island (three years and 5 weeks later)


Ανοίγω τη πόρτα της εισόδου και μερικά φύλλα μπαίνουν στο σπίτι λόγω του αέρα. Είναι κίτρινα και θυμάμαι τα φύλλα που είχα καλύψει το Βερολίνο μία εβδομάδα πριν. Δεν μού έκαναν ιδιαίτερη εντύπωση, κάθε φθινόπωρο έτσι είναι και εδώ. Μέχρι που η Χ. μού εξήγησε πόσο διαφορετικά ήταν για εκείνη μιας και στην Αθήνα δεν είναι έτσι.

Έτσι, όταν άνοιξα τη πόρτα σήμερα, πήρα το ένα φύλλο στα χέρια, ήταν σαν τα φύλλα που έβλεπα στα καρτούν κάποτε, το κράτησα, το άφησα έξω με τα υπόλοιπα και πήγα προς το γραμματοκιβώτιο.

9 χρόνια από τη μέρα που νοίκιασα το πρώτο μου σπίτι και ανακάλυψα τις μικρές τελετουργικές χαρές ακόμη δεν έχω βαρεθεί τη χαρά του να αγοράζεις εφημερίδα πρωί-πρωί, έχοντας φορέσει ό,τι βρήκες πάνω στη καρέκλα, με τα μαλλιά αχτένιστα και παλεύοντας να αρθρώσεις έστω και τα βασικά.

Χρειάζομαι τσάι. Με το γάλα του. Είναι καλύτερο έτσι.

Το απόγευμα, κάνοντας δουλειά στο λαπτοπ (κοινώς προσπαθώντας να τελειώσω ένα άρθρο που όσο ήμουν ευτυχισμένος δεν μπορούσα να τελειώσω) ακούω τη βροχή να πέφτει. Ανοίγω το παράθυρο και βλέπω έναν καθαρό ορίζοντα με μωβ χρώματα, όπως πολλά δειλινά εδώ, και κάποια γκρίζα σύννεφα πάνω από τη περιοχή μου.

Νοιώθω σαν τα καρτούν που έχουν ένα σύννεφο από πάνω τους και συνεχώς τα κεραυνώνει.

Πέρασα το υπόλοιπο απόγευμα σαν τον Willie E. Coyote που κρατάει μια πινακίδα που γράφει 'Ouch'. βωβός πόνος και σε ποιον να μιλήσεις.

Οι placebo τραγουδούν το summer's gone , και πού να'ξεραν, εγώ κάθομαι με ένα πορτοκαλί κουτάκι αγκαλιά και θέλω να το πετάξω αλλά έχω μια καλύτερη ιδέα..
τραγούδι της ημέρας- arms and sleepers- the architekt

Monday 18 October 2010

Στο Βερολίνο οι μαργαρίτες μυρίζουν καλύτερα




Πρώτη ώρα στο Βερολίνο και περιμένω στον Ηauptbahnhoff. Δύο ζητιάνοι μού πιάνουν κουβέντα και περιέργως καταλαβαίνω. Δίνω το κατιτίς μου περισσότερο επειδή χάρηκα που μπόρεσα και συννενοήθηκα μετά από τόσα χρόνια.

Στις κυλιόμενες βλέπω τη Χ. να κατεβαίνει και νοιώθω τον σουρεαλισμό της στιγμής. Είχα να τη δω από τον Ιούλιο στην Αθήνα και τώρα δώσαμε ραντεβού σε έναν σταθμό στο Βερολίνο σαν να μέναμε εκεί.

Περπατώντας με τη βροχή δεν έχω συνειδητοποιείσει πού είμαι και θέλω να δω κάτι για να καταλάβω που είμαι. Μέχρι ένα σημείο το πρωί σκεφτόμουν ότι θα μπορούσα να είμαι και στο Λονδίνο. Κάποια στιγμή βλέπω τη Πύλη του Βρανδεμβούργου, βγάζοντας την απαραίτητη φωτογραφία στο μνημείο του Ολοκαυτώματος.

Το βράδυ η πόλη έχει φώτα παντού λόγω ενός φεστιβάλ φωτός. Πάνω από την Alexanderplatz κάτι φωτεινοί κύκλοι κυνηγούν ο ένας τον άλλον ενώ εγώ γλιστράω συνέχεια στα βρεγμένα φύλλα. Μέχρι το βράδυ το μόνο που κάνουμε είναι να περπατάμε και να βλέπουμε μνημεία και να μαθαίνουμε λίγο την πόλη. όταν βραδιάζει ξετρυπώνουμε κάτι μπαρ που προφανώς δεν ξέρει κανείς αφού είμαστε εμείς και 2-3 άλλοι. Μετά από τέσσερις νύχτες και κάμποσα μπουκάλια λευκό κρασί βρήκαμε την απάντηση στο τι θα κάνουμε με τις ζωές μας και τώρα πρέπει να το κάνουμε πραγματικότητα. Αλλά στο Βερολίνο όλα φαίνονται πιο εύκολα.

Και στο βαζάκι μπροστά μας οι μαργαρίτες μυρίζουν όπως εκείνες που είχαμε κάποτε στον κήπο. Πραγματικά.

Στη Potzdamerplatz περιμένουμε το μετρό και αρχίζω να τραγουδάω το Copacabana συνοδεία ενός μικρού χορευτικού. Πόσο καιρό είχαμε να γελάσουμε έτσι; εν τω μεταξύ βλέπω τις διαφορές χαρακτήρα και νοοτροπίας μεταξύ Λονδίνου και Βερολίνου και προσπαθώ να αποφασίσω τι μού ταιριάζει περισσότερο. Φυσικά καταλήγω στο Λονδίνο αλλά το Βερολίνο μόλις κατέθεσε υποψηφιότητα για τη μόνη πόλη που έχω πάει στη μ.Λ. ζωή μου που θα με έκανε να αφήσω το νησί μου.

Σε μια κατάληψη κτηρίου από κάτι καλλιτέχνες βρίσκουμε κάτι ωραίους πίνακες αλλά κάτι το μέγεθος κάτι τα λεφτά, δεν παίρνουμε τίποτα. Στο Μουσείο της Περγάμου έχω κάτσει σαν 5χρονο μπροστά από τον ναό της πόλης που είδα πρώτη φορά στην εγκυκλοπαίδεια του πατέρα μου, τότε που ήμουν πολύ μικρός για να φτάνω στα ψηλά ράφια και ανέβαινε σε καρέκλες και γραφεία μέχρι που έπεσα και μετά μού τη κατέβασαν μόνιμα.

Η αρχιτεκτονική με εξιτάρει αφού βλέπεις παλιά κτήρια μαζί με νεότερα από το 1960 ή από την εποχή που η Σοβιετική Ένωση έλεγχε ένα κομμάτι της πόλης και εκεί που περπατάς βλέπεις κομμάτι του τείχους. Μετά σε κάτι μαγαζάκια βλέπεις να πουλάνε μικρά κομματάκια του τείχους και αναρωτιέμαι 1. αν είναι αυθεντικά και 2. πώς τα πουλάνε αν είναι όντως αυθεντικά.

Το πρωί πάμε σε διαφορετικές κατευθύνσεις χωρίς πολλά λόγια, δεν μπορώ να λέω 'γεια' και τέτοια. Στο Λονδίνο πετάμε πάνω από το κέντρο και βλέπω το παλάτι, τα πάρκα, τη Piccadilly, το γραφείο μου, έναν σταθμό του μετρό που κάτι μού θύμιζε και έχω ένα γελοίο χαμόγελο χαράς και η κυρία δίπλα μου με ρωτάει αν έφτασα σπίτι.

τραγούδι της μέρας- Beirut- Prenzlauer Berg

(αφιερωμένο στη καλύτερη περιοχή της πόλης που είδαμε)