μόλις άκουσα το song to the siren που είχα να το ακούσω δύο χρόνια και για κάποιο λόγο θυμάμαι ακριβώς τη τελευταία φορά που το άκουσα. καθόμουν στο σαλόνι του προηγούμενου σπιτιού μου, κοιτούσα έξω από τα τρια παράθυρα που κάλυπταν τον τοίχο και έφταναν μέχρι το ταβάνι και θυμάμαι το σπίτι γεμάτο λουλούδια, τα σκοτεινά απέναντι διαμερίσματα, την αλεπού που κάθε βράδυ περνούσε από κάτω και αυτό το τραγούδι να παίζει.
ήταν τότε που περίμενα κάποιον να έλθει επιτέλους στο Λονδίνο που όλο το λέγαμε και ποτέ δεν γινόταν. είχα ξεκινήσει στη δουλειά αλλά ήμουν ακόμη στον πάτο της τροφικής αλυσίδας. έκανα αιτήσεις για διδακτορικά και άνοιγα φακέλους με τρελλή ανυπομονησία ενώ κάθε μέρα έστελνα φακέλους για υποτροφίες, αιτήσεις, τα πάντα. έβγαινα συνέχεια και ακόμη προσπαθώ να καταλάβω πώς μού έφταναν τα λεφτά. φορούσα κάτι συλλεκτικά all star με τα χρώματα της σημαίας της ειρήνης αλλά σε ανάποδη φορά στο κάθε παπούτσι. πήγαινα στη δουλειά με αυτά τα παπούτσια. δεν έβγαζα ποτέ τα ακουστικά από τα αυτιά μου. η ζωή ήταν απλή χωρίς deadlines, smartphones, emails στις 3 το ξημέρωμα, λογαριασμούς καταθέσεων, υποχρεώσεις, αναλυτικά bank statements, 800 κανάλια στη τηλεόραση που δεν ανοίγω ποτέ.
fast forward δύο χρόνια μετά και ο κάποιος ήλθε είδε και απήλθε ανεπιτυχώς, το σπίτι άλλαξε, ένα διδακτορικό ξεκίνησε, κάτι διαλέξεις, άρθρα, μια φοιτήτρια που θέλει supervision (πόσο τέλειο συναίσθημα να είσαι στην άλλη πλευρά), περισσότερες ευθύνες, νύχτες που δεν κοιμάσαι γιατί το μυαλό 'τρεχει', σε καθε μετακόμιση οι βαλίτσες αυξάνονται, άτιμος καταναλωτισμός, αλλά μαζί με αυτά βάζεις μια μέρα που στη Trafalgar εμφανίζεται ένα πλοίο σε μπουκάλι, σε μέγεθος αυτοκινήτου, που περπατάς στη μέση της πόλης ανάμεσα σε lunar gates, duck sauces και chinese lanterns, που συζητάς για ώρες σε μπαρ με βελούδινους τοίχους και θεωρίες του όσκαρ Ουάιλντ, υπόγεια μπαρ με κόκκινες πινακίδες και σφηνάκια τεκίλας με το αλάτι στο χέρι, βλέποντας τις επιγραφές της Piccadilly σαν να είναι η πρωτη φορά, κάθε φορά, ξαπλώνοντας στο γρασίδι του Hyde Park την άνοιξη, κοιτώντας από το παράθυρο τα νέα κτήρια να κατασκευάζονται, ανοίγοντας δειλά το παράθυρο για να μπαίνει το αεράκι, και τελικά, κάνοντας τις πράξεις μάλλον βγήκες κερδισμένος.