Sunday, 30 January 2011

Bijoux d'Athènes


Στην Αθήνα με απεργίες ΜΜΜ και με ήλιο παντού, κάθομαι σε κάτι σκαλοπατάκια στη Λαμπρινή και χαζεύω τον ουρανό- έχει αυτό το μπλε που είχα να δω μήνες, σύννεφα σχεδόν πουθενά και όταν υπάρχουν είναι λευκά, όχι γκρίζα όπως εδώ τον χειμώνα.

Στο αεροπλάνο που γυρνούσα θυμόμουν τα πάντα και ήθελα να τα σημειώσω. Τώρα πια έχουν μείνει εικόνες άτακτες και μη ταξινομήσιμες σε μέρες:

ένα βράδυ κάτω από το Public να περιμένω στο φανάρι τρώγοντας σοκοφρέτα, και μια κουρού, ένα αυτοκίνητο περνάει και ξεκινάμε την αναζήτηση θέσης για να το αφήσουμε. Περνάμε από τη Κοτζιά και δείχνει τόσο όμορφη αν και μάλλον κανείς δεν την προσέχει ποτέ.

ένα απόγευμα ψηλά να βλέπω το Σύνταγμα και τη Βασ. Σοφίας, τον πιο αγαπημένο μου δρόμο για περπάτημα. μετά από ένα βράδυ στο key bar ανεβαίνω την Πραξιτέλους και από κάπου, μέσα στη νύχτα ακούγεται το 'καλημέρα καινούρια αγάπη, καλημέρα καινούρια ζωή'. Κοντοστέκομαι λίγο, σκέφτομαι το σουρεαλιστικό του συμβάντος, χαίρομαι τον αέρα μετά από το ποτό και συνεχίζω προς το Σύνταγμα περνώντας από όσα στενά μπορώ, για να δω όσα μπορώ περισσότερο.

Το επόμενο βράδυ περνάει με Γκαίτε στη Συγγρού, στον πλέον αψυχολόγητο δρόμο της πόλης, με τα ακριβά νοσοκομεία, ένα πανεπιστήμιο, μουσεία επί κατασκευή, τις παλιές πολυκατοικίες, τα καλά ξενοδοχεία, τα νυχτερινά μαγαζιά-στέγαστρα μιας άλλης κουλτούρας, τους χώρους τέχνης, τα πιο απενοχοποιημένα sex shops που έχω δει και τα στριπτιτζάδικα, όλα μαζί, ενίοτε και απέναντι το ένα από το άλλο. Τραγουδάμε Kim Wilde και Groove Armada στο αυτοκίνητο αλλά μετά το μόνο που σκέφτομαι είναι το ποιος δεν ήλθε μαζί μας εκείνο το βράδυ και πόσο κόπος θα ήταν πια να είχε έλθει.

Στο baba-au-rum η Χ. συναντά μια κοπέλα που κάποτε είχε δει σε ένα αεροπλάνο για το Βερολίνο και γινόμαστε όλοι μια παρέα, μαζί με έναν σκύλο που δείχνει ένα ξαφνικό ενδιαφέρον προς τη τσάντα μου σαν παιγνίδι για να μασάει. Θυμάμαι παλιά δεν ήταν τόσο εύκολο να το κάνεις αυτό και έχει τη χάρη του.

Διαπιστώνω την ομορφιά του να βρίσκεσαι με τους φίλους σου έξω, μετά από μήνες, σε μια ταβέρνα ένα σάββατο μεσημέρι και να είναι σαν να μην έφυγες ποτέ. σαν να το κάνετε κάθε σάββατο και τελικά περνάς 6 ώρες στο ίδιο μέρος, με φαγητό, ρακί, κρασί και παίζοντας παντομίμα με τις πιο απίστευτες ταινίες που σου έρχονται και κανείς δεν έχει δει- εκτός από τη παρέα σου.

Το μετρό της Αθήνας παραμένει σημείο συνάντησης ετερόκλητων προσωπικοτήτων, μια κυρία ντυμένη με Μissoni, με τις ετικέτες να πετάγονται από παντού και το ύφος 'εγώ δεν ανήκω σε εσάς, τις μάζες'- 20 λεπτά διαδρομή και δεν έχω ακούσει περισσότερη μουρμούρα, κάτι φοιτητές να λένε ότι πέρασαν ώρα στην αγκαλιά του Ορφέα και δεν ξέρω αν απλά η εκπαίδευση καταρρέει ή αν όλοι έκαναν κάποιο όργιο με κάποιον που λέγεται συμπτωματικά Ορφέας, ένα ζευγάρι που ειρωνεύεται όποιον μπαίνει και δεν τους γεμίζει το μάτι, ενίοτε στα ισπανικά, και όλα αυτά για να καταλήξω εξαιρετικά αργοπορημένος στην Αμπάριζα για ένα μικρό reunion και μια από τις πιο ζεστές αγκαλιές που έχω πάρει ποτέ.

Στο τέλος της νύχτας με πιάνω να στέλνω περίεργα μηνύματα ενώ κατεβαίνουμε την Καλλιρόης με μια συγκίνηση για το ότι βρεθήκαμε όλοι μαζί και πάλι χωρίζουμε. τα σχέδια ξεκινάμε για το πού θα βρεθούμε, εδώ, εκεί, στο Βερολίνο, αλλού, ένα road trip ίσως μας σώσει. την επόμενη μέρα πρέπει να ξυπνήσω, χωρίς όρεξη και να πάω στο αεροδρόμιο, να γυρίσω σπίτι να ξεπακετάρω και να συνηθίσω πάλι. Μια φίλη μού είπε ότι θα συνηθίσω γιατί αγαπάω το νησί πολύ και μάλλον είχε δίκιο, να'μαι πάλι, αλλά μέρες περνούν και ακόμη για την Αθήνα γράφω.

τραγούδι της μέρας- Motorama- Ghost

Sunday, 23 January 2011

Δύο ώρες διαφορά 2011 part I


Μια εξιστόρηση μερικών ημερών στην Αθήνα που μού θύμισαν ότι το να μένω εδώ είναι η λογική επιλογή και ότι την Αθήνα και μερικούς ανθρώπους δεν θα τους βγάλω ποτέ από μέσα μου (ναι, είναι ποστ-σαπουνόπερα). Μερικά τμήματα του ποστ αυτού τα έγραψα πριν μερικά βράδυ σε ένα σημειωματάριο γιατί δεν έιχα λαπτοτ. δεν ξέρω αν αυτό το κάνει λίγο ΄κονσέρβα' αλλά θα κάνω ό,τι μπορώ καλύτερο.

Το πρώτο βράδυ, φτάνω στο Ελ. Βενιζέλος και είναι 12.30 το βράδυ. Το αεροδρόμιο είναι άδειο, φωτεινό, κάπως καταθλιπτικό. Βγαίνω έξω, ένα αεράκι με χτυπάει, τόσο δροσερό και ωραίο που είχα καιρό να νοιώσω κάτι αντίστοιχο (ίσως από την τελευταία φορά που ήμουν πάνω σε πλοίο στο Αιγαίο).

Λίγα λεπτά μετά, στο κέντρο, κατεβαίνουμε τη Βασ. Σοφίας, βλέπω το Χίλτον με αγάπη, όχι γιατί μ αρέσει το ξενοδοχείο αλλά γιατί στα μάτια μου είναι κάτι εξαιρετικά Αθηναικό. Το κέντρο είχε την ίδια γοητεία που θυμάμαι, παρά την παρακμή για την οποία διαβάζω εδώ. Είχα σχεδόν ξεχάσει εκείνα τα υπέροχα μαγαζάκια που πουλάνε κουμπιά, σεμέν, κλειδαριές, με τιμές ευκαιρίας σε βιτρίνες βγαλμένες από το 1960.

Μήπως τα εξωραίζω όλα;

Στο booze συνειδητοποιώ πόσο ωραίοι είναι οι Αθηναίοι (τίτλος που αναφέρεται σε όποιον είδα στην Αθήνα, δεν έψαξα και πού μένει ο καθένας) και ότι κανείς δεν σταμάτησε να καπνίζει. Ο λαιμός μου διαφωνεί πρακτικά με αυτό αλλά από το βράδυ αυτό θα μείνει ένα ποτ πουρί με Cure, James, Big in Japan και Ντίσκο Τσουτσούνι, και μια ντουντούκα στο μπαρ να λέει για έναν παλιατζή. Η κοπελιά μας κερνάει σφηνάκια όχι γιατί έχουμε κάνει κανά σοβαρό λογαριασμό αλλά γιατί έχουμε τόση χαρά με τη Χ. που είμαστε πάλι μαζί που έχουμε όσο κέφι έχει το υπόλοιπο μαγαζί μαζί.

Μετά πίνουμε τεκίλες με υπόκρουση (σουρεαλιστική) τον Ζακ Στεφάνου και την Ανδριάννα Μπάμπαλη. Ακούγεται αλλιώς αυτό το βράδυ. Στο επόμενο μαγαζί ζητάμε το copa cabana γιατί μας θυμίζει ένα απόγευμα στην Potzdamer Platz αλλά δεν μας το βάζουν. τουλάχιστον έμαθα ότι είμαι καλό κοπέλι.

Στο επόμενο μαγαζί συμβαίνουν διάφορα που δεν μπορώ να εξηγήσω. Με χαιρετά κόσμος που μάλλον έχω γνωρίσει πρόσφατα, ένας μου βγάζει τη τσάντα και την κρεμάει πιο δίπλα για να μη με κουράζει, είμαι ανάμεσα σε αλλους δύο που φαινομενικά είναι μόνοι τους στο μπαρ.

Έτσι πάει 7 το πρωί και τρώμε τυρόπιτα για να αντέξουμε το αλκοόλ.

την άλλη μέρα, ή μάλλον λίγες ώρες μετά είμαι στο ΚΤΕΛ. Δεν είμαι σίγουρος τι να πω όταν βλέπω τις εγκαταστάσεις αλλά περνάω τις υπόλοιπες ώρες του ταξιδιού διαβάζοντας εφημερίδες. τα άρθρα είναι επώδυνα, διαβάζω για την χώρα, για την Αθήνα, για μια γενική κατάντια, για ένας μιζεραμπιλισμό. Κάπως πιο νηφάλιος πια, τα νέα είναι σαν χτυπήματα.

Σταματάω για λίγο και ακούγοντας the irrepressibles βλέπω τη θάλασσα στα αριστερά μου. ο ήλιος πέφτει πάνω της και λάμπει και έτσι ξεχνιέμαι. είναι τόσο όμορφα όλα, η θάλασσα, κάτι νησάκια στο βάθος, η μεσογειακή βλάστηση, οι ελιές.

Τα περισσότερα από αυτά τα έγραψα σε ένα χαρτί, είχα καιρό να το κάνω. πέρσι έγραφα συνέχεια, χωρίς λόγο, όπως αποδείχτηκε. είναι ωραία να μην έχεις ούτε delete ούτε backspace, μόνο μουντζούρες.

Στο πατρικό μου πια, κοιτάω τα βιβλία που άφησα πίσω, βρήκα διάφορα της Τριανταφύλλου, κάτι γάλλους ποιητές, βιβλία αγορασμένα από αυτοσχέδια παζάρια στην Αμοργό, κάτι συλλογές του Ελύτη, λέιπει μία- την έδωσα κάποτε και δεν την πήρα ποτέ πίσω παρά την αθετημένη υπόσχεση- αλλά τι να κάνεις. Βρίσκω τα άπαντα της Δημουλά, διαβάζω την Εφηβεία της Λήθης και θυμάμαι τη πρώτη φορά που τη διάβασα, το 1994 σε ένα πατάρι ένος μικρού βιβλιοπωλείου.

'.. θέλανε τα κλάμματα να πάνε πίσω στην Αθήνα με τα πόδια.'. Και δεν ήταν μόνο τα κλάμματα.

Η Αθήνα παραμένει σαν τη μεγάλη αγάπη που δεν μπορεί να ευοδώσει λόγω εξωγενών συνθηκών αλλά τουλάχιστον παραμένει μακράν ο πιο ειλικρινής μου έρωτας.

τραγούδια των ημερών:
the irrepressibles- in this shirt
kim wilde- cambodia- για ένα βράδυ, κάπου κοντά στη Συγγρού.

Tuesday, 4 January 2011

Walls, distractions and shiny objects

είπα ότι απόψε θα κάνω ποστ μόνο αν βρω στον υπολογιστή μια φωτογραφία να ταιριάζει με την αποψινή νύχτα. και βρήκα την S Molton Str, έναν πεζοδρομημένο δρομάκο κοντά στην απείρως πιο διάσημη Bond Str. Συνήθως τα Χριστούγεννα έχει φωτάκια και τέτοια καλά αλλά τώρα είναι χωρίς στολισμούς. Βασικά είναι μια κυριακή του χειμώνα, με εμένα και άλλους δύο να περπατάμε εκεί. κάτι καφέ να μαζεύουν τραπεζάκια, με τα φώτα από τις βιτρίνες να λάμπουν.

ο λόγος που την έβαλα ήταν γιατί μού θύμισε την αλλαγή του έτους φέτος. Με βρήκε σπίτι, να κάθομαι να βλέπω ταινίες μιας και έχοντας κάνει Πρωτοχρονιά εδώ παλαιότερα, η εμπειρία μού έφτασε. Από αύριο έχει πάλι δουλειά, έρευνα, ερωτήσεις, άγχος, σχέδια, ιμειλς, κολύμπι, εφημερίδες. Γι'αυτό μ'αρέσει αυτός ο δρόμος. Μού θυμίζει όσα δεν έχει η καθημερινότητά μου- είναι πιο ήσυχος από τη βαβούρα των γύρω δρόμων, έχει λιγότερους ανθρώπους, που νοιώθεις ότι είναι εκεί για τον ίδιο λόγο. Και σε βγάζει σε ένα από τα πιο όμορφα κομμάτια της πόλης- το Mayfair, εκεί που είναι αδύνατο να χαθείς, με τα υπέροχα κτήρια και τις μικρές τετράγωνες πλατείες, την Αμερικανική πρεσβεία και μια περίεργα όμορφη ανάμνηση για το κτήριο.

ήμουν εκεί πριν μερικές νύχτες και ήταν από αυτές τις νύχτες που δεν περιμένεις να έλθουν αλλά έρχονται. κάτι γίνεται και πας σπίτι αλλιώς, κοιμάσαι σαν κάτι να έχει αλλάξει προς το καλύτερο. και εύχεσαι μερικοί άνθρωποι να έμεναν εδώ κι άλλο και άλλοι να ήταν πιο σταθεροί στις αποφάσεις τους. αλλά τίποτα από τα δύο δεν συμβαίνει και έτσι η ζωή είναι σαν τη ντουλάπα το πρωί. πρέπει να αποφασίσεις, με ό,τι σού δίνεται και όχι με ό,τι θα ήθελες να έχεις, πώς θα πας στο γραφείο αξιοπρεπώς.

στο Gordon's ακούω όμορφες ιστορίες για απρόσμενες και ανατρεπτικές πρωτοχρονιές και αναρωτιέμαι αν είναι στον άνθρωπο ή το Λονδίνο έχει κάτι τέτοιο. καταλήγω ότι είναι ένας συνδυασμός αν και στο Λονδίνο έχεις πάντα περισσότερες πιθανότητες να ζήσεις κάτι παράξενο. άρα μάλλον δεν κατέληξα πουθενά. γυρνώντας σπίτι είναι τόσο κρύα η νύχτα.

κάπου στα δρομάκια του Soho, κατεβαίνοντας τη Poland Str δεν λέμε πολλά και σκέφτομαι τι θα κάνω και φέτος. τελικά ό,τι και να λέω, ο Ιανουάριος δεν με αφήνει να τον δω αλλιώς, παρά σαν αρχή. και πάλι σκέφτομαι όλη την αβεβαιότητα που επικρατεί εδώ, και αυτό το αίσθημα ότι αν κάτι δεν πάει καλά εδώ δεν έχεις και πολλές επιλογές. έχουν περάσει τα χρόνια όπου οι γονείς λειτουργούσαν σαν ένα κάποιο δίχτυ ασφαλείας. από την άλλη πρέπει να πάει καλά. όπως είπε και ένας φίλος τις προάλλες, out of the blue που λέμε κι εδώ 'you are the eternal optimist'. την ίδια έκπληξη ένοιωσα κι εγώ.

πριν λίγο κοιτούσα έξω από τη σοφίτα μου και μερικές μικρές νιφάδες έπεφταν. από αυτές που τις βλέπεις μόνο όταν πέφτουν κοντά στις λάμπες που φωτίζουν το δρόμο. είχαν κάτι όμορφο.

τραγούδι της νύχτας: telefon tel aviv- you are the worst thing in the world