Thursday, 19 February 2009

Η βρύση μου ανοιχτή στάλα τη στάλα ξανά γεμίζει το γαλάζιο χρόνο


Το ποστ αυτό είναι για ένα νησί και ένα καλοκαίρι. Κοντεύουν τρία χρόνια. Ακούγεται κλισέ αλλά είναι όλα πολύ κοντά και πολύ μακριά ταυτόχρονα. Αυτό που εννοώ είναι ότι σαν αναμνήσεις είναι όλα εδώ. Αλλά από τότε έχουν αλλάξει τόσα που είναι σαν να είμαστε άλλοι. Σε άλλη φάση περισσότερο. Αλλά και άλλοι άνθρωποι. Καλύτεροι.


Ο χρόνος δεν έχει σημασία στο κοντά ή το μακριά. Γενικά ο χρόνος σε αυτό το μπλογκ λειτουργεί περίεργα.


Κατά τη συγγραφή του ποστ αυτού ακούστηκαν οι: Mazzy Star, Porcupine tree, tindersticks, PJ Harvey, Radiohead, Blonde Redhead, Monsieur Minimal, Portishead, Mylene Farmer, Noir Desir, Tori Amos


Το ποστάκι είναι για τη Β. και τη Ρ. Και ειδική μνεία στον unclescrooge. Με τον οποίο νομίζω μοιραζόμαστε την παράξενη ιθαγένεια αυτού του νησιού.


Το πρώτο που θυμάμαι είναι να είμαστε οι τρεις μας στο κατάστρωμα. Δεν θυμάμαι καθόλου το πώς φτάσαμε στον Πειραιά, ούτε τη διαδικασία μέχρι να μπούμε στο πλοίο. Όλα αρχίζουν από την ώρα που κάτσαμε σε 6 καρέκλες στο κατάστρωμα (ήμαστε 3 αλλά θέλαμε κάπου να βάλουμε τα πόδια μας). Ποτέ δεν καθόμαστε μέσα. Στο κατάστρωμα είναι όλα τα καλά.


Ειδικά όταν σκοτείνιασε. Και ακούγαμε μόνο τη θάλασσα, και βλέπαμε μόνο αυτή. Πού και πού βλέπαμε κάποιο νησί. Αυτό που έχει πάντα ενδιαφέρον είναι να βάζεις στοίχημα ποιος θα κατέβει σε ποιο νησί. Ειδικά όταν μιλάμε για νησιά όπως η Πάρος. Πηγαίνοντας προς την Άγονη Γραμμή, μέναμε λιγότεροι. Φτάσαμε αργά στο νησί, νομίζω ήταν 4, ίσως 5. Πήραμε ένα λεωφορείο για την Αιγιάλη. Ούτε Κατάπολα, ούτε Χώρα. Αιγιάλη. Εκεί φτάσαμε στο camping, νοικιάσαμε μια σκηνή, ευτυχώς ήταν στημένη. Τέτοια ώρα, τέτοια λόγια.


Οι υπόλοιπες μέρες πέρασαν με τον ίδιο τρόπο. Πρωινό στο μαγαζάκι του camping, μπάνιο στη παραλία της Αιγιάλης (στη δεξιά πλευρά που έχει λιγότερες οικογένειες), φαγητό, ντους για να φύγει το αλάτι κατά τις 11 το βράδυ. Η αίσθηση του αλατιού πάνω στο δέρμα είναι όντως υπέροχη. Θυμάμαι ωστόσο διάφορα πράγματα χαρακτηριστικά.


ένα βράδυ που γυρνούσαμε από το Πασπαρτού, μέσω της παραλίας, ξυπόλητοι. Και καταλήξαμε να κάνουμε μπάνιο. Και οι 3 τσακιστήκαμε σε έναν βράχο, αλλά γελάγαμε. Μια βόλτα στο κάστρο, στη Χώρα, με το φουλάρι της Β. να κυματίζει από τον αέρα και να τη φωνάζω Ισιδώρα Ντάνκαν. Η ησυχία εκεί πάνω είναι εντυπωσιακή. Γενικά, ισχύει αυτό στο νησί. Υπάρχουν μέρη που είσαι απλά εσύ και κανείς άλλος. Κάτι μη απτό ίσως.


Ένα απόγευμα καθόμαστε σε μια μικρή αποβάθρα που χωρίζει τη παραλία της Αιγιάλης στα δύο. Βρέχουμε τα πόδια μας και ο ήλιος σιγά-σιγά πέφτει. Εγώ βγάζω φωτογραφίες της Ρ. ενώ με τη Β. μιλάμε για ζωγραφική. Πέφτουν τα γυαλιά της Β. στο νερό και βουτάω να τα πιάσω. Μετά συνειδητοποιώ ότι βούτηξα με τα ρούχα και το κινητό και τα λεφτά μου βγαίνουν μούσκεμα. Γυρνάω στάζοντας στη σκηνή μας και μετράω απώλειες. Ωστόσο, η χαρά της Β. που είχε τα γυαλιά της (δώρο του πατέρα της..) μού φτάνει.


Η μόνη απώλεια εξάλλου ήταν κάτι φωτογραφίες που είχα στο κινητό μου.


Ένα βράδυ χαθήκαμε στη Χώρα. Και βγηκαμε σε έναν ανοιχτό χώρο, σαν μια μεγάλη πλατεία. Δεν ακουγόταν τίποτα, παρά μόνο ο αέρας. Στην άκρη της υπήρχε ένα φως. Και τίποτε άλλο. Και δεν είχα λόγια.


Στο μοναστήρι δεν μπήκα. Δεν είχα φέρει ούτε παντελόνι, ούτε παπούτσια. Σε διακοπές ήμουν. έκατσα έξω και κοίταξα το γαλάζιο. Και δεν ήθελα να φύγω. Και μετά με τα πόδια πίσω στο 'σπίτι' μέσω του μονοπατιού. Απίστευτο.


Ένα βράδυ, αφ'ότου έφυγε η Β. κάτσαμε στη παραλία με ρακόμελα. Είχε αέρα και θάλασσα. Και αρχίσαμε τις εξομολογήσεις. Και αυτά που δεν λέμε στους άλλους γιατί το παίζουμε σκληροί. Και τίποτα δεν μας αγγίζει εμάς. Καλά. ήθελες να μπεις στη θάλασσα, με κύμα, μετά από ένα μπουκαλάκι ρακόμελο. Τα καταφέραμε και τελικά κοιμηθήκαμε εκεί. Ντίρλα φυσικά.


Την άλλη μέρα παίζαμε trivial pursuit και μού έκλεβες τα τυράκια όταν κοιτούσα αλλού. Εκείνο το παιδί με το οποίο ταξιδεύαμε μαζί. Και που 11 μέρες κοιταζόμαστε μόνιμα. Και κανείς δεν μίλησε. Και δύο μήνες μετά τον είδαμε στου Ψυρρή. Αλλά ήμαστε πάλι πολύ ντίρλα για να μιλήσουμε.


Στη Ρεβέκκα.


Τελευταίο βράδυ παραλίγο να χάσουμε το πλοίο επειδή ξεχάστηκα στη παραλία και δεν ετοίμασα τα πράγματα. Αλλά το προλάβαμε.


Από μια έκθεση βιβλίου παίρνουμε ένα βιβλίο του Ρεμπό εγώ, ένα της Ντίκινσον εσύ. Και από το Σοφία αγοράζουμε βραχιολάκια για τα πόδια, για να θυμόμαστε πού πήγαμε, μαζί. Και άντεξαν. Τα κρατήσαμε μέχρ να κοπούν. Κάπου το έχω ακόμη στην αποθήκη του πατρικού μου.


Από τότε θέλω να γυρίσω. Και κάποτε θα ήθελα ένα σπίτι. Και ένα μπακαλικάκι εκεί. Στην Αιγιάλη, όχι αλλού. Και να κλείνει νωρίς για να μπορώ να βρέχω τα πόδια μου στην αποβάθρα εκείνη. Και να γυρνάω ξυπόλητος στη δροσερή άμμο.

Monday, 16 February 2009

In our darkest hours


ένα βράδυ με τη Ρ. στο βινύλιο μετά από 5 κοκτειλ στο pop. ρεζίλι είχαμε γίνει. αλλά χορέψαμε και ήταν υπέροχα.

το τελευταίο μου Σάββατο στην Αθήνα , με τη Ρ. να μην βρίσκουμε που να κάτσουμε και τελικά να τη βγάζουμε σε ένα παγκάκι. όπως στα φοιτητικά μας χρόνια.

το καλή τύχη που μού είπε.

το τελευταίο μου βράδυ στην Αθήνα με τη Δ. σε συναυλία του Μάλαμα με τον Ιωαννίδη.

Στη Piazza Venezia να περνάω το δρόμο κοιτώντας ανάποδα και να μου κρατάς το χέρι, μήπως πάθω τίποτα.

το πρώτο μας στήσιμο σκηνής στη Σέριφο με τη Ρ.
το ότι άντεξε.

η πρώτη φορά που με έπεισε (ξέρει αυτός) να φάω μελιτζάνες. σε ένα ισπανικό εστιατόριο. επειδή με τάισε.

η Αμοργός. απλά (θα ακολουθήσει ολόκληρο ποστ)

ένα απόγευμα με τη Χ. στο Baires. και μετά στο 2.

ένα βράδυ με τη Χ. και την Α. να γυρίζουμε την Αθήνα. Και το πρώτο μου βρώμικο στη Μαβίλη.

το πρώτο ενοίκιό μου που πλήρωσα με δικά μου λεφτά.

το πρώτο καλοσώρισμα στο Παρίσι από μια πινακίδα στον περιφερειακό.

το πρώτο βράδυ μου στο Λονδίνο. μετά απο 8 ποτήρια. για να ξεχάσω γιατί ήλθα. ή να θυμηθώ.

η πρώτη φορά που είδα το Λονδίνο από ψηλά. Το 'που πας καραβάκι με τέτοιο καιρό;' που σκέφτηκα. ο σταθμός του Earl's Court που ήταν ο πρώτος που είδα στο Λονδίνο και αναρωτιόμουν που πάω. Και τελικά, ένα χρόνο μετά τη πρώτη εκείνη φορά, έγινε γειτονιά μου.

το πρώτο μου rockwave με τους placebo.

Λυκαβηττός, 2003. ο Brian κατεβαίνει από τη σκηνή και με αγγίζει (δεν εννοώ ότι κατέβηκε για μένα, προς θεού).

εκείνο το βράδυ στην Κίρκη που με ρώτησες πώς πάνε στην Αεροπαγίτου. και το επόμενο που πήγαμε μαζί.

όταν παραιτήθηκα!

μια gallery στο Mayfair και ένας πίνακας του Lucian Freud

το πρώτο βιβλίο που έβγαλα.

η Β. που ένα βράδυ που είχαμε όλοι πιει, όταν ο αστυνομικός ειρωνικά της είπε ότι θέλει το δίπλωμα της, εκείνο το τετράγωνο με τη «φάτσα» της πάνω, τού έδωσε το καθρεφτάκι της.

η Ακρόπολη, μεσημέρι Κυριακής. με ήλιο. πριν από χρόνια. να φαίνεται από μακριά, μέσα σε ένα τρόλλευ που κατεβαίνει την Πατησίων, στα ηχεία του οποίου παίζει το soundtrack από τα μαθήματα πιάνου (κι όμως!!)

η Πανεπιστημίου τη νύχτα. πάντα.

το Αιγαίο τη νύχτα. οπουδήποτε.

Sunday, 15 February 2009

Casting Lazy Shadows


Χτες πήγα στη δουλειά μετά από πολλές μέρες λόγω ασθένειας. Τίποτα σοβαρό. Μάλλον κούραση είναι. Αλλά καλό μού έκαναν αυτές οι μέρες. Μετά τη δουλειά πήγα να περπατήσω. Η μέρα έχει μεγαλώσει και δεν είναι πια νύχτα όταν φεύγω από το γραφείο. Είχε ήλιο όλη τη μέρα, αν και από το μεσημέρι και μετά δεν ήταν και τόσο έντονος. Από το παράθυρο του γραφείου, αυτού που βλέπει στο Παλάτι του Westminster, το φως έμπαινε άπλετο.



Και μετά λένε ότι αυτή η πόλη δεν έχει ήλιο. Και της πάει τόσο πολύ.



Περνώντας απέναντι από τη Waterloo Bridge έφτασα στο Southbank Centre. Έχει αρκετή παγωνιά αυτές τις μέρες αλλά κάποιες στιγμές πάνω στη γέφυρα ένιωθα τον αέρα να με παγώνει ακόμη περισσότερο. Εκεί είναι κάπως καλύτερα. Με τα ρούχα νιώθω προστατευμένος.



Τα απαραίτητα πια barriers, άλλου τύπου (και όποιος κατάλαβε, κατάλαβε) με κρατούν προστατευμένο από άλλα πράγματα.



Περπατώντας, πέρασα από μια έκθεση βιβλίων αλλά ήμουν πολύ κουρασμένος για να ψάξω. Με δύο ώρες ύπνου το προηγούμενο βράδυ ήταν εντυπωσιακό το ότι έβγαλα τη μέρα και μόνο. Πιο πέρα παιδιά ασχολούνται με τα skates τους. Είχα καιρό να το δω αυτό. Από τον Οκτώβρη νομίζω, σε μια άλλη βόλτα εκεί, σε μια παρόμοια μέρα. Σημάδι ότι οι μέρες αλλάζουν και κάτι άλλο έρχεται. Oh well..



Φτάνοντας στο London Eye πρέπει να αποφεύγω τους τουρίστες, που είναι παντού. Δεν ξέρω γιατί, αλλά πάντα με ενοχλούσαν οι τουρίστες. Δεν είναι υπεροψία, έχω υπάρξει κι εγώ τουρίστας- αν και, όχι, η λέξη δεν με χαρακτηρίζει. Ταξιδευτής είναι καλύτερα.



Περνάω τη Westminster Bridge. Αυτή είναι η αγαπημένη μου γέφυρα στη πόλη. Έχω κάτι πολύ όμορφο να θυμάμαι από εκεί. Τόση ώρα συνειδητοποιώ ότι δεν σκέφτομαι τίποτα. Μερικές φορές μόνο σκεφτόμουν πόσο περίεργο είναι το ότι μένω εδώ, άλλες ότι σε μερικούς μήνες έχουν αλλάξει τα πάντα, για καλό γενικά. Αλλά τίποτα κακό. Εκτός αν το ξέχασα.

Friday, 13 February 2009

Twisted Memories


σήμερα που νόμιζα ότι με έχουν όλα εγκαταλείψει και μια θλίψη έπεφτε αργά πάνω μου, σκέφτηκα να τραβήξω κι εγώ τον δρόμο μου.
και να με εγκαταλείψω. βέβαια, όπως είπα, με πρόλαβαν άλλοι.. κι εκεί δεύτερος. πήρα το τρένο της District Line. έπαιξα λίγο με τις ανταποκρίσεις και κάποτε έφτασα σε μια στάση της Jubilee Line (τη μισώ αυτή τη γραμμή, αυτό το χρώμα μου φαίνεται η επιτομή της αδιαφορίας- δεν είμαι ζωγράφος. το σώμα ξέρει).
κατέβηκα. δεν είχα σκοπό να κατέβω εκεί. αλλά είχε καθυστέρηση πάλι σήμερα στο μετρό και το τρένο σταμάτησε για ένα τέταρτο ανάμεσα σε δύο στάσεις για να μη πέσουμε πάνω στο προηγούμενο τρένο, το καθυστερημένο (φοβάμαι όταν συμβαίνει αυτό. είναι μόνο το βαγόνι, τοίχος δεξιά, τοίχος αριστερά, κι εγώ να μετρώ τις πληγές μου. μπροστά σε όλους).
βγήκα έξω και είχε ήλιο. γιατί πάλι; για όποιον ο ήλιος είναι τοπίο, η ζωή και ο θάνατος είναι εύκολα. για άλλους, είναι διάρκεια. πήρα έναν καφέ στο χέρι και περπάτησα. δίπλα στο ποτάμι. μ'αρέσουν οι πόλεις που έχουν ποτάμι. νομίζω είναι πιο ειλικρινείς. νομίζω ποτέ δεν ένιωσα τη ζωή μου τόσο δικαιωμένη όσο κοτά σε ένα ποτάμι, σε νερό κοντά, γενικά. ένας όμορφος κόσμος, διαρκείας όπου όλα μεταβάλλονται.. κι εγώ στο ίδιο σημείο.
περπάτησα κι έφτασα στη γέφυρα του Λονδίνου. ήταν πολύ όμορφα. τουρίστες παντού, οικογένειες με παιδάκια να κάθονται στον ήλιο, στη μέση του χειμώνα του κουκουλωμλενου θανάτου.
έφυγα. έπρεπε να γυρίσω. πρέπει να διαβάσω κάτι. και δεν καταλαβαίνω τι. δεν θέλω.
έφτασα στη στάση μου. δεν νυχτώνει τόσο νωρίς πια. η μέρα μεγάλωσε.
μα εσύ σε άλλο γεωγραφικό μήκος,
δεν συναντιέσαι με το γεωγραφικό πλάτος του νόστου μου.
για σένα.
απλώνεσαι, παχύρευστος γύρω μου. δεν διαλύεσαι.
καιρό τώρα.

μπαίνω στο σπίτι μου και γράφω. εκφράζομαι όπως ένας τσαλαπετεινός στην άμμο.
πριν μπω σπίτι, έκοψα ένα κλαδί από έναν άγνωστο θάμνο. και σε θυμήθηκα.
ακόμη και αν δεν σε ήξερα ποτέ, θα υπήρχες παντού, σαν συνέπεια.
σαν συνέπεια ανεξήγητων πράξεων.
ακόμη και αν- πάλι θλίψη θα ήσουν.
δόξασα το σύμπαν μου παντού.
είναι αργά. αύριο πρέπει να ξυπνήσω.
είπες θα φεύγαμε αύριο.
μου λείπεις. συγγνώμη.


Σημ: Κάποιος μού θύμισε κάτι σήμερα. Και έμαθα κάτι άλλο. Και δεν μ'άρεσε. Απλά.

Monday, 9 February 2009

Η Λίστα του Π.


Αυτή τη λίστα την έχω στο μυαλό μου εδώ κι ένα μήνα περίπου. Δεν είχα σκοπό αρχικά να την κάνω αλλά ένα βράδυ πριν ένα μήνα περίπου είχα πει σε κάποιον να προσέχει πώς θα φερθεί γιατί έχω συνδέσει ένα από τα καλύτερα δισκάκια μου μαζί του, και δεν ξέρω πώς θα μπορέσω να το ακούσω μετά.


Τελικά την επόμενη κιόλας μέρα μού το χάλασε. Λες και το έκανε σκόπιμα. Σημασία δεν έχει αυτό. Σημασία έχει αυτή η λίστα που έμεινε με τραγούδια που έχω κάψει και δεν μπορώ να ακούσω πια. Με τραγούδια που τα ακούω και θέλω να κάτσω δίπλα στο παράθυρο του μπαλκονιού και να κοιτάω έξω μέχρι κάτι να αλλάξει μέσα. Τραγούδια που μού θυμίζουν κάτι. Αυτό το κάτι ήταν συνήθως κάτι, που αν μπορούσα τότε, θα έσβηνα. Αλλά τώρα δεν με πειράζει.


Η λίστα αυτή είναι όμως αφιερωμένη στη Χ. Της αρέσουν αυτά, και εμένα μ΄αρέσει που θα χαρεί.





Wednesday, 4 February 2009

Να με θυμάσαι όμως την άνοιξη


Κοιμόμουν. Ξύπνησα επειδή ένιωσα μια στιγμιαία δύσπνοια. Μα ο ύπνος με ξαναπήρε τόσο γρήγορα που δεν κατάλαβα καν ότι είχα ξυπνήσει. Ήταν σαν όνειρο.
Μακάρι.

Ήμουν σε ένα πάρκο. Φθινόπωρο μα ήταν όλα τόσο πράσινα. Σχεδόν ψεύτικα. Δεν μπορεί να ήταν έτσι σκέφτηκα.

Άρχισα να αιωρούμαι και τότε είδα ότι κάτω από το πάρκο αυτό, υπήρχε ένα άλλο πάρκο, ένα πάρκο του Κάτω Κόσμου. Ήταν ποιο φοβερό, μα και πιο όμορφο. Πιο αληθινό. Ξεκινούσε εκεί όπου τελείωναν οι ρίζες και οι βάσεις όλων των πραγμάτων που είδα στο πάρκο στην επιφάνεια.

Τότε είδα και ανθρώπους. Σκιές μάλλον. Όχι άνθρωποι. Δεν μιλούσαν. Μια γυναίκα με ένα παιδί δίπλα της. Φαινόταν να κλαίει αλλά δεν έβγαζε ήχο. Και η γυναίκα δεν έκανε τίποτα.
Ένα πέτρινο άγαλμα βυθιζόταν στο νερό.

Περπάτησα και ένιωθα και πάλι να αιωρούμαι. Το πάρκο σιγά-σιγά μού απεκάλυπτε τους υακίνθους του και τα κρίνα του. Μόλις πλησιάζα όμως μαραίνονταν και έμενε μόνο σκόνη.
Πιο πέρα είδα μια πλάκα. Δεν είχε όνομα πάνω. Μόνο μια επιγραφή: ‘Ο παράδεισος δεν είναι για μένα’.

*******
Έχει παγωνιά. Περνάω δίπλα από έναν πλινθόκτιστο τοίχο. Σε περιμένω να έλθεις. Αλλά ξέρω ότι δεν μπορείς. Αλλά περιμένω. Ξυπνάω.

Με καλύπτει το νερό. Δεν ξέρω πώς μπήκε στο δωμάτιο. Ήμουν στο κρεβάτι και ένιωσα ένα κύμα να έρχεται από κάτω. Οι λέξεις τυλίγουν τον λαιμό μου. Ξέρω. Ήλθε το σκοτάδι να μου ξεπληρώσει ό,τι μού πήρε. Αλλά δεν το κάνει. Οι λέξεις με πνίγουν. Ξυπνάω.

Φύτεψα ένα τριαντάφυλλο κάτω από μια βελανιδιά. Οι ρίζες της περικύκλωσαν το μικρό τριαντάφυλλο. Δεν έπρεπε να το κάνω. Μητέρα, μάθε μου να μεγαλώσω και να μπορέσω να φύγω από τις ρίζες. Με πνίγουν. Ξυπνάω.

Κάθομαι στο κρεβάτι. Κοιτάζω το ταβάνι. Κινείται. Το μυαλό μου το βλέπει. Είναι καθαρό. Μόνο συνείδηση δεν έχει. Θυμάμαι εκείνη τη γυναίκα στο μετρό. Μού κρατάει το χέρι. Κοιμάμαι.

Σαν λευκή κιμωλία σε μαυροπίνακα τα κόκκαλά μου θρυμματίζονται. Ξυπνάω.

Κάτι μεταλλικό απλώνει το κρύο του άγγιγμα πάνω μου. Και κοκκινίζει. Ξυπνάω.

Έμεινα χωρίς οικογένεια. Χωρίς δουλειά. Απελευθερώθηκα από τις ανάγκες μου. Και σε έφερα κοντά. Αλλά ούτε τότε με ήθελες.

Μπορείς να με ακούσεις; Το έχω ξαναζήσει αυτό σου λέω. Μού λείπεις. Ήθελα να σου μιλήσω για τον.. Ξυπνάω.

Μια γυναίκα μαζεύει λίγα από τα πράγματα της. Χωρίς θόρυβο. Ένας άντρας είναι στην πόρτα και παίζει με κάτι κλειδιά. Η γυναίκα προσπαθεί να φύγει. Την βλέπει. Όχι... Γιατί...; Το παιδί της στο βάθος κλαίει. Ξυπνάω.

Συγγνώμη για την αδυναμία μου. Ήρθε η ώρα να φύγω. Να με θυμάσαι όμως την άνοιξη.


2007

Sunday, 1 February 2009

Songs to the sirens ή χιόνια στο καμπαναριό που αποκλεισμό σημαίνουν


Σε λίγο κλείνω 5 ώρες που ακούω ραδιόφωνο. Δεν έκανα πάλι τίποτα (αν εξαιρέσεις μια snow expedition για να αγοράσω κρουασάν). Είχα και το χιόνι σαν δικαιολογία και δεν βγήκα έξω. Κοιτάω το μπαλκόνι μου και το χιόνι έχει πέσει στις 2 ίντσες. Ελπίζω το πρωί να είναι χειρότερα μήπως και δεν πάω στο γραφείο. Ούτε σήμερα πήγα. Αν και ξύπνησα κανονικά το πρωί, το εξωτικό Kensington ήταν αποκλεισμένο. Η District Line δεν λειτουργούσε, η Piccadilly κάπως λειτουργούσε αλλά αργούσε και είμαι και κλειστοφοβικός και δεν τη χρησιμοποιώ στα καλά της, πόσο μάλλον σήμερα. Έτσι γύρισα στο ζεστό σπιτάκι μου και δούλεψα από το σπίτι.

Το τραπέζι μου είναι ακριβώς δίπλα στο ένα από τα τρία παράθυρα και όλη τη μέρα κοιτάω έξω. Μού κάνει εντύπωση που κανείς δεν κοιτάει. Μόνο μερικά παιδιά έπαιζαν πριν έξω. Κατά τα άλλα κανείς δεν συγκινήθηκε από το χιόνι. Και να πεις ότι είναι και συνηθισμένο. Δεν χιονίζει εύκολα στο Λονδίνο. Σε άλλα μέρη της πόλης φαντάζομαι συγκινήθηκαν, στη γειτονιά μου δεν έκαναν τίποτα.

Οι διπλανοί έφτιαξαν χιονάνθρωπο στο μπαλκόνι τους. Σκέφτομαι να τον κλέψω αργότερα και να αφήσω σημείωμα απαγωγής ή κάτι τέτοιο. Θα τον βάλω στην κατάψυξη αφού τον τεμαχίσω πρώτα. Πιθανότατα δεν θα πιάσει αλλά έτσι έλεγαν και για τη Γαλλική Επανάσταση (και τελικά δεν έπιασε- με Βασιλιά ξεκίνησαν, με Αυτοκράτορα έμειναν οι ηλίθιοι).

Τόσες ώρες σε ένα παράθυρο νιώθω σαν το Rear Window του Χιτσκοκ. Αν μη τι άλλο ξέρω τι ώρα γύρισε ο γείτονας απέναντι με το cabrio που δεν αποχωρίζεται ποτέ τα μπαστούνια του γκολφ (πραγματικά δεν τον έχω δει ποτέ χωρίς αυτά). Είδα επίσης και τον νεό μας γείτονα με τη Bentley. Ασήμαντες λεπτομέρειες αλλά τόσες ώρες κάτι πρέπει να κάνω.

Και τίποτα παραγωγικό δεν μου βγαίνει.

Το κινητό χτυπάει με τον γνώριμο ήχο που σημαίνει ότι έχω μήνυμα. Το οποίο σημαίνει πολλά άλλα πράγματα. Ενίοτε και τίποτα αλλά τώρα κάτι σημαίνει. Είναι ωραίο να μοιράζεσαι τον ενθουσιασμό σου ότι χιονίζει. Με το ζόρι κρατιέμαι και δεν βγαίνω έξω να κάνω snow angels (ναι, έτσι τα λέγαμε στο χωριό μου). Δεν ήταν δική μου ιδέα, άλλος μου την έβαλε.

Καλό είναι να μοιράζεσαι και άλλα πράγματα. Όλα είναι γρήγορα. Και μόλις τέλειωσε ο Ιανουάριος. Και έχουν γίνει τόσα. Και έχουν αλλάξει άλλα τόσα. Δεν ξέρω αν είναι αλλαγή. Περισσότερο εξέλιξη. Προσαρμογή και φυσική επιλογή. Για την επιβίωση.

Ταιριαστές κουβέντες με τον καιρό.

Nothing important happened today


Κυριακή και πρώτη του μήνα. Από το παράθυρο κοιτάω έξω. Νιφάδες χιονιού πέφτουν όλη τη μέρα. Φυσικά δεν μένει χιόνι να καλύψει τίποτα. Μάλλον εξαιτίας του ποταμού. Ανοίγω τη πόρτα να βγω λίγο στο μπαλκόνι και η παγωνιά μπαίνει στο σπίτι.


Στο σαλόνι τα χρυσάνθεμα δίνουν μια αίσθηση άνοιξης και μια ψεύτικη διαβεβαίωση ότι όλα θα πάνε καλά. Ομολογώ ότι αν και τον τελευταίο καιρό τίποτα κακό δεν έχει συμβεί, έχω αρχίσει να νιώθω ότι βαριέμαι και πλήττω. Και δεν εννοώ ότι θέλω το δράμα μου για να μη βαριέμαι. Απλά βαριέμαι.


Είχα καιρό να κάτσω να γράψω κάτι. Δεν ξέρω γιατί ακριβώς. Δεν ξέρω αν είχα κάτι να πω (όχι ότι σήμερα έχω κάτι να πω), ή ίσως τίποτα κακό δεν είχε συμβεί, ούτε κάτι εξαιρετικά καλό (ή έντονα καλό, γιατί καλά όλο και συμβαίνουν).


Ξέρω τι θέλω να κάνω αλλά δεν αρχίζω να το κάνω. Και πάλι επειδή βαριέμαι. Απόψε είναι μια καλή ευκαιρία να το κάνω αλλά και πάλι δεν ξέρω. Προτιμώ να κάθομαι και να χαζεύω από το παράθυρό μου, όντας σε άρνηση για πολλά πράγματα (ένα από αυτά είναι ότι αύριο είναι Δευτέρα πάλι).


Η μουσική εναλάσσεται μεταξύ Yann Tiersen, Monsieur Minimal, Monika, covers τραγουδίων των Joy Division, Nouvelle Vague, Placebo, Snow Patrol, Verve και η απαραίτητη στάση στους Royksopp.


Η παράξενη (παρα)φύση μου με προβληματίζει πάλι. Πάντα πίστευα ότι νιώθω μια έλξη στις δύσκολες καταστάσεις και τους ηλίθιους. Εκεί κολλάω και μετά γράφω ενοχλημένα ποστς, όπως τα προηγούμενα. Και όταν είναι η ώρα να συμβεί κάτι φυσιολογικό κολλάω. Ή μάλλον, για την ακρίβεια δεν κολλάω. Ή θέλω πολύ καιρό. Γενικά παρατηρείται μια δυσλειτουργία.


Από ό,τι φαίνεται δεν έχει σινεμά απόψε. Τη προηγούμενη Κυριακή είδα το the reader. Πολύ καλό ταινιάκι, αν και σε μερικές στιγμές με έκανε να συμπονέσω μια πρώην φύλακα σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Δεν ξέρω κατά πόσο αυτό είναι καλό αλλά δηλώνω αθωός.


Το ραδιόφωνο τώρα παίζει το Forever young. Έχω χρόνια να το ακούσω. Ταιριάζει ωραία απόψε. όχι τόσο λόγω των στίχων. Απλά επειδή ταιριάζει.


υγ. αν κάνετε κλικ πάνω στον τίτλο του ποστ θα βρείτε ένα σύνδεσμο (ναι βρε, link εννοώ) σε έναν μουσικό σταθμό που εκπέμπει από Θεσσαλονίκη και μόνο από το internet. Και λέει πολλά.